Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

επίπεδος, -η, -ο

     epípeδos    
planar

     πλέϊναρ    

Ερμηνεία:

Επίπεδο που σημαίνει αυτόν που βρίσκεται στο έδαφος, αυτόν που έχει ομαλή επιφάνεια, αυτόν που βρίσκεται σε επίπεδη επιφάνεια. Το ουδέτερο του επιθέτου  σημαίνει κάθε τμήμα εδάφους που είναι περίπου οριζόντιο, την κοινωνική ή πνευματική βαθμίδα



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

Compressing a Non-Planar Aromatic Heterocyclic [7]Helicene to a PlanarHetero[8]Circulene. Lousen B, Pedersen SK, Bols P, Hansen KH, Pedersen MR, Hammerich O, Bondarchuk S, Minaev B, Baryshnikov GV, Ågren H, Pittelkow M.Chemistry. 2020 Apr 16;26(22):4935-4940.

The Planar Blatter Radical: Structural Chemistry of 1,4-Dihydrobenzo[e][1,2,4]triazin-4-yls. Kaszyński P, Constantinides CP, Young VG Jr.Angew Chem Int Ed Engl. 2016 Sep 5;55(37):11149-52. 

Synthesis and antiaromatic properties of highly planar dithiaamethyrin. Ishimaru Y, Shimoyama N, Fujihara T, Watanabe K, Setsune J.Chem Asian J. 2015 Feb;10(2):329-33. 



Συνώνυμα:





 Δείτε σχετικές φωτογραφίες της Google »


© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Χημεία: